Κυριακή Α´ Νηστειών – Της Ορθοδοξίας (Εβρ. 11.24-26, 32-40)
Διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν.
Πίστει Μωϋσῆς μέγας γενόμενος ἠρνήσατο λέγεσθαι υἱὸς θυγατρὸς Φαραώ, μᾶλλον ἑλόμενος συγκακουχεῖσθαι τῷ λαῷ τοῦ Θεοῦ ἢ πρόσκαιρον ἔχειν ἁμαρτίας ἀπόλαυσιν, μείζονα πλοῦτον ἡγησάμενος τῶν Αἰγύπτου θησαυρῶν τὸν ὀνειδισμὸν τοῦ Χριστοῦ· ἀπέβλεπε γὰρ εἰς τὴν μισθαποδοσίαν. Καὶ τί ἔτι λέγω; ἐπιλείψει γάρ με διηγούμενον ὁ χρόνος περὶ Γεδεών, Βαράκ τε καὶ Σαμψὼν καὶ Ἰεφθάε, Δαυΐδ τε καὶ Σαμουὴλ καὶ τῶν προφητῶν, οἳ διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τούς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν· ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι.
Απόδοση στη Νεοελληνική
Μέσω της πίστης κατανίκησαν βασίλεια, ενήργησαν με δικαιοσύνη, κέρδισαν επαγγελίες του Θεού.
Με πίστη ο Μωυσής, όταν έγινε μεγάλος, αρνήθηκε να λέγεται γιος της κόρης του Φαραώ, προτιμώντας περισσότερο να κακοπαθαίνει μαζί με τον λαό του Θεού παρά να έχει πρόσκαιρη απόλαυση από την αμαρτία, επειδή θεώρησε την περιφρόνηση και τον χλευασμό για τον Χριστό ως μεγαλύτερο πλούτο από τους θησαυρούς της Αιγύπτου. Διότι απέβλεπε στην ανταπόδοση. Και τι άλλο να πω; Αλήθεια, θα με πάρει αλήθεια ο χρόνος να διηγούμαι για τον Γεδεών, τον Βαράκ και τον Σαμψών και τον Ιεφθάε, τον Δαβίδ και τον Σαμουήλ και τους προφήτες, οι οποίοι μέσω της πίστης κατανίκησαν βασίλεια, ενήργησαν με δικαιοσύνη, κέρδισαν επαγγελίες του Θεού, έφραξαν στόματα λιονταριών, έσβησαν τη δύναμη του πυρός, διέφυγαν από τον κίνδυνο των μαχαιριών, δυνάμωσαν από τις ασθένειες, έγιναν ισχυροί στον πόλεμο, έτρεψαν σε φυγή στρατεύματα ξένων. Γυναίκες έλαβαν τους νεκρούς τους, αναστημένους. Άλλοι πάλι βασανίστηκαν, χωρίς να δέχονται να γλιτώσουν, για να πετύχουν την καλύτερη ανάσταση. Και άλλοι έλαβαν εμπαιγμούς και μαστιγώσεις, ακόμα και δεσμά και φυλακή. Λιθοβολήθηκαν, πριονίστηκαν, πέρασαν πειρασμούς, πέθαναν από μαχαίρι, περιέρχονταν με ενδύματα από δέρμα προβάτου, με δέρματα κατσικιών, στερούμενοι, θλιβόμενοι, υποβαλλόμενοι σε κακουχίες. Αυτοί, των οποίων ο κόσμος δεν ήταν άξιος. Περιπλανώμενοι στις ερημιές και στα όρη και στα σπήλαια και στις τρύπες της γης. Και όλοι αυτοί, αν και έδωσαν μαρτυρία μέσω της πίστης, δεν έλαβαν την επαγγελία, επειδή ο Θεός είχε προβλέψει κάτι καλύτερο για εμάς, για να μην τελειοποιηθούν χωρίς εμάς.
Απόστολος Κυριακής 13.3.2022 – Απόδοση στη Νεοελληνική: Απαρχή