Οι Γραφές έχουν ανάγκη ερμηνείας. Δεν είναι η φράση ο πυρήνας, αλλά το μήνυμα.
Η αποκάλυψη διαφυλάσσεται στην Εκκλησία. Γι’ αυτό η Εκκλησία είναι ο κύριος και αυθεντικός ερμηνευτής της αποκαλύψεως. Η αποκάλυψη προστατεύεται και ενισχύεται από τα γραπτά κείμενα‧ προστατεύεται, αλλά δεν εξαντλείται. Οι ανθρώπινες λέξεις είναι μόνο σημεία. Η Μαρτυρία του Πνεύματος ζωοποιεί τα γραπτά κείμενα. Στην περίπτωση αυτή δεν εννοούμε τον περιπτωσιακό φωτισμό ορισμένων ατόμων από το Άγιο Πνεύμα, αλλά πρωτίστως τη σταθερή παροχή βοηθείας του Αγ. Πνεύματος προς την Εκκλησία, που είναι «στύλος και εδραίωμα της αληθείας» (Α’ Τιμ. 3, 15). Οι Γραφές έχουν ανάγκη ερμηνείας. Δεν είναι η φράση ο πυρήνας, αλλά το μήνυμα. Και η Εκκλησία είναι απ’ το Θεό διαλεγμένη να μαρτυρεί με σταθερότητα την απόλυτη αλήθεια και το πλήρες νόημα αυτού του μηνύματος, απλώς και μόνο επειδή και η Εκκλησία η ιδία ανήκει στην αποκάλυψη ως Σώμα του Ενσαρκωθέντος Κυρίου.
Η σωτηρία δεν αναγγέλλεται μόνο, ούτε μόνο προκηρύσσεται στην Εκκλησία, αλλά ενεργείται.
Η διάδοση του Ευαγγελίου, το κήρυγμα του Λόγου του Θεού, είναι φανερό ότι ανήκει στο «Είναι» της Εκκλησίας. Η Εκκλησία στέκεται διά της ομολογίας και της μαρτυρίας της. Αλλά η μαρτυρία αυτή δεν είναι μόνο μια αναφορά στο παρελθόν, ούτε απλώς μια ανάμνηση, αλλά μάλλον μια συνεχής ανακάλυψη του μηνύματος του «άπαξ αποκαλυφθέντος εις τους αγίους και διά παντός φυλαττομένου διά της Πίστεως». Ακόμη περισσότερο αυτό το μήνυμα πάντοτε επαναθεσπίζεται στη ζωή της Εκκλησίας. Ο Χριστός είναι πάντοτε παρών στην Εκκλησία ως Λυτρωτής και κεφαλή του Σώματός του και συνεχίζει το λυτρωτικό του έργο μέσα στην Εκκλησία. Η σωτηρία δεν αναγγέλλεται μόνο, ούτε μόνο προκηρύσσεται στην Εκκλησία, αλλά ενεργείται. Η λυτρωτική ιστορία συνεχίζεται. Οι πράξεις του Θεού εξακολουθούν να εκτελούνται. Τα Μεγαλεία του Θεού δεν περιορίζονται στο παρελθόν, είναι πάντοτε παρόντα και συνεχίζονται στην Εκκλησία και διά της Εκκλησίας στον κόσμο. Η Εκκλησία η ίδια είναι ένα ακέραιο τμήμα του καινοδιαθηκικού μηνύματος. Η Εκκλησία είναι ένα τμήμα της αποκαλύψεως, είναι η ιστορία του «όλου Χριστού» («όλος Χριστός: κεφαλή και σώμα», κατά τη φράση του αγίου Αυγουστίνου) και του Αγίου Πνεύματος. Τα έσχατα της αποκαλύψεως δεν έχουν ακόμη συντελεσθεί. Και μόνο μέσα στην εμπειρία της Εκκλησίας η Καινή Διαθήκη ζει και διασώζεται. Η ιστορία της Εκκλησίας είναι και αυτή μια ιστορία της λυτρώσεως. Η αλήθεια της Βίβλου αποκαλύφθηκε και ολοκληρώθηκε με την αύξηση του Σώματος της Εκκλησίας.
π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ, Θέματα Ορθοδόξου Θεολογίας
Εκκλησία και Αποκάλυψη