Θεολογία και δράση του Αγίου Πνεύματος

Θεολογία και δράση του Αγίου Πνεύματος - Απαρχή - Κείμενα - Στυλιανός Παπαδόπουλος

Η Θεολογία συνιστά χώρο που δεν υποτάσσεται απόλυτα και δεν προσδιορίζεται από τις ανθρώπινες νοητικές δυνάμεις, εφόσον πρόκειται για την κοινωνία με τον Θεό, που ακριβώς αποτελεί υπέρβαση των δυνάμεων αυτών. Πρόκειται λοιπόν για την κατάσταση (για την κοινωνία), στην οποία εισέρχεται κανείς και την οποία εκφράζει κανείς με την ίδια διαδικασία με την οποία και πραγματώθηκε. Όπως δηλαδή πραγματώθηκε η κατάσταση της κοινωνίας με την επέμβαση του Θεού, έτσι με την επέμβαση του Θεού μπορεί να μιλήσει γνήσια για την κατάσταση αυτή ο άνθρωπος.

Η προϋπόθεση της ρεαλιστικής κοινωνίας με τον Θεό, με την αλήθεια, υπήρξε και είναι η ενανθρώπηση του Λόγου, που προσέλαβε και θέωσε την ανθρώπινη φύση. Ο Χριστός μετά έδειξε και το πώς θα ενώνεται ο κάθε πιστός άνθρωπος με τον Χριστό, πώς δηλαδή θα μεταστοιχειώνεται σε καινή κτίση. Έτσι στο Μυστικό Δείπνο τέλεσε τη Θεία Ευχαριστία, στην οποία μετέχοντας οι Απόστολοι, ενώθηκαν με τη θεωμένη φύση του Χριστού. Εκεί δηλαδή ο Κύριος μετέβαλε τον άρτο και τον οίνο κυριολεκτικά σε Σώμα και Αίμα Του, ώστε όσοι τον λαμβάνουν να κοινωνούν όντως με τον Χριστό (Α’ Κορ. 10, 16-17).

Ο Χριστός αναστήθηκε βέβαια και αναλήφθηκε, υποσχέθηκε όμως ότι «άλλος» θα συνέχιζε το έργο του στη γη και δη άλλος θα πραγμάτωνε στην ιστορία συνεχώς την Ευχαριστία: το Άγιο Πνεύμα, ο Παράκλητος θα συνέχιζε το έργο (ή τη Θεία Οικονομία) του Χριστού στη γη και Αυτό πλέον: α) θα μεταβάλει σε Σώμα και Αίμα Χριστού τον άρτο και τον οίνο, τα οποία λαμβάνοντας οι πιστοί θα κοινωνούν όντως στη θεωμένη φύση του Χριστού. Αυτό σημαίνει ότι το Άγιο Πνεύμα είναι αυτό που ενώνει τον πιστό με το Σώμα του Χριστού, δηλαδή με την Εκκλησία, εφόσον Εκκλησία είναι απλά η γνήσια ενότητα του ανθρώπου με τον Χριστό. β) Το Άγιο Πνεύμα θα διδάσκει και θα υπενθυμίζει όσα δίδαξε ο Κύριος, δρώντας ως Θεάνθρωπος στη γη: «Ταῦτα -λέει ο Κύριος προς τους Αποστόλους- λελάληκα ὑμῖν παρ’ ὑμῖν μένων· ὁ δέ Παράκλητος, τό Πνεῦμα τό Ἅγιον ὅ πέμψει ὁ Πατήρ ἐν τῷ ὀνόματί μου, ἐκεῖνος ὑμᾶς διδάξει πάντα ἅ εἶπον ὑμῖν ἐγώ» (Ιω. 14, 25-26). Βέβαια, για να είναι ανάγκη να διδάξει και να υπενθυμίσει τους λόγους του Κυρίου που ήσαν ήδη γνωστοί, σημαίνει ότι ο άνθρωπος με την ανάγνωσή τους και με μόνη τη θέλησή του αδυνατεί να τους κατανοήσει, να τους υιοθετήσει, να τους βιώσει· άρα οι λόγοι μένουν γι’ αυτόν ασήμαντοι, χωρίς σημασία. Χωρίς λοιπόν την επέμβαση-φωτισμό του Αγίου Πνεύματος δεν κατανοείται-βιώνεται η αλήθεια της Εκκλησίας. Αυτό ισχύει γενικά αλλά και για τους ήδη πιστούς.

Είναι χαρακτηριστικό ότι αμέσως πριν ή κατά την ανάγνωση της ευαγγελικής περικοπής στη Θεία Λειτουργία ο ιερέας με ειδική ευχή παρακαλεί τον Θεό να ελλάμψει στους ακροατές «θεογνωσίας φως» και να ανοίξει τους οφθαλμούς της διανοίας τους προς «κατανόησιν» του ευαγγελικού λόγου. Ο ιερός Χρυσόστομος, που είναι ο πληθωρικότερος και ορθοδοξότερος από τους Θεολόγους ερμηνευτές, επιμένει ιδιαίτερα στο ότι η κατανόηση του κειμένου της Γραφής δεν εξαρτάται από την «ανθρώπινη σοφία». Επειδή όμως παρά ταύτα χρησιμοποιεί ευρύτατα την ανθρώπινη, γενικά, γνώση, πρέπει να συμπεράνουμε ότι ο Χρυσόστομος με τον όρο «σοφία» εννοεί πιο ειδικά την εσώτατη δομή της φιλοσοφίας ή τη λύση που αυτή δίνει στα μεγάλα μεταφυσικά προβλήματα. Εκείνο λοιπόν από τη «σοφία», που δεν βοηθάει στην κατανόηση της Γραφής, είναι όχι γενικά η σοφία ως γνώση, αλλά η αυτόνομη προσπάθεια λύσεως των προβλημάτων, το αυτόνομο σύστημα ερμηνείας του φυσικού και πνευματικού κόσμου, του ανθρώπου και του Θεού. Για την κατανόηση της Γραφής, ο Θεολόγος έχει ανάγκη την «ἔλλαμψιν» του Αγίου Πνεύματος, πρέπει να οδηγηθεί από την «ἄνωθεν χάριν», έχει απόλυτη ανάγκη «τῆς τοῦ Πνεύματος ἀποκαλύψεως». Γι’ αυτό και κανείς δεν μπορεί να είναι όντως ορθόδοξος Θεολόγος, χωρίς την επίνευση του Αγίου Πνεύματος.

Το άπειρο και ανεξάντλητο της αλήθειας, αλλά και το θαυμαστό μέγα εύρος της κοινωνίας του ανθρώπου με την αλήθεια, εξηγούν την περαιτέρω υπόσχεση του Κυρίου στους μαθητές τους: «Ἔτι πολλά ἔχω λέγειν ὑμῖν ἀλλ’ οὐ δύνασθε βαστάζειν ἄρτι· ὅταν δε ἔλθῃ ἐκεῖνος, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁδηγήσει ὑμᾶς εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν. Οὐ γάρ λαλήσει ἀφ’ ἑαυτοῦ, ἀλλ’ ὅσα ἄν ἀκούσῃ, λαλήσει» (Ιω. 16, 12-13).

Θεολογία και δράση του Αγίου Πνεύματος,
Στυλιανού Παπαδόπουλου, Θεολογία και Γλώσσα