Κανόνας Χριστουγέννων – Απόδοση στη Νεοελληνική

Ιδιόμελα των Μεγάλων Ωρών των Χριστουγέννων - Λειτουργικά κείμενα - Λατρευτική ζωή - Απαρχή
Ωδὴ α’Απόδοση στη Νεοελληνική
Χριστὸς γεννᾶται· δοξάσατε. Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν· ἀπαντήσατε. Χριστὸς ἐπὶ γῆς· ὑψώθητε. ᾌσατε τῷ Κυρίῳ πᾶσα ἡ γῆ, καὶ ἐν εὐφροσύνῃ, ἀνυμνήσατε λαοί· ὅτι δεδόξασται.Ο Χριστός γεννιέται· δοξάστε Τον. Ο Χριστός έρχεται από τους ουρανούς· προϋπαντήστε Τον. Ο Χριστός κατέρχεται στη γη· εσείς υψωθείτε. Δοξολογήστε τον Κύριο όλη η γη και με βαθιά χαρά ανυμνήστε Τον, λαοί, για το ότι είναι δοξασμένος.
Ῥεύσαντα ἐκ παραβάσεως, Θεοῦ τὸν κατ᾿ εἰκόνα γενόμενον, ὅλον τῆς φθορᾶς ὑπάρξαντα, κρείττονος ἐπταικότα θείας ζωῆς, αὖθις ἀναπλάττει, ὁ σοφὸς Δημιουργός· ὅτι δεδόξασται.Αφού γκρεμίστηκε από την παράβαση αυτός, που ο Θεός έπλασε κατ’ εικόνα και υποδουλώθηκε στη φθορά αποστασιούμενος από τη θεία ζωή, αμέσως τον ξαναπλάθει ο σοφός Δημιουργός, για το ότι είναι δοξασμένος.
Ἰδὼν ὁ Κτίστης ὀλλύμενον, τὸν ἄνθρωπον χερσὶν ὃν ἐποίησε, κλίνας οὐρανοὺς κατέρχεται· τοῦτον δὲ ἐκ Παρθένου, θείας ἁγνῆς, ὅλον οὐσιοῦται, ἀληθείᾳ σαρκωθείς· ὅτι δεδόξασται.Βλέποντας ο Κτίστης να καταστρέφεται ο άνθρωπος που είχε πλάσει με τα χέρια του, λυγίζοντας τους ουρανούς, κατέρχεται. Και προσλαμβάνει όλη την ουσία του, γενόμενος πραγματικός άνθρωπος μέσω της θείας και αγνής Παρθένου, για το ότι είναι δοξασμένος.
Σοφία Λόγος καὶ Δύναμις, Υἱὸς ὢν τοῦ Πατρὸς καὶ ἀπαύγασμα. Χριστὸς ὁ Θεὸς δυνάμεις λαθών, ὅσας ὑπερκοσμίους, ὅσας ἐν γῇ, καὶ ἐνανθρωπήσας, ἀνεκτήσατο ἡμᾶς· ὅτι δεδόξασται.Ο Χριστός, ο Θεός, που είναι η Σοφία, ο Λόγος, η Δύναμη, ο Υιός του Πατρός και απαύγμασμά Του, μυστικά από τις υπερκόσμιες και τις επίγειες δυνάμεις, γενόμενος άνθρωπος μας επανέφερε κοντά Του, για το ότι είναι δοξασμένος.
Ωδὴ γ’Απόδοση στη Νεοελληνική
Τῷ πρὸ τῶν αἰώνων, ἐκ Πατρὸς γεννηθέντι ἀῤῥεύστως Υἱῷ, καὶ ἐπ᾿ ἐσχάτων ἐκ Παρθένου, σαρκωθέντι ἀσπόρως, Χριστῷ τῷ Θεῷ βοήσωμεν· Ὁ ἀνυψώσας τὸ κέρας ἡμῶν, ἅγιος εἶ Κύριε.Για τον Υιό, που γεννήθηκε αναλλοίωτα από τον Πατέρα πριν την αυγή του χρόνου και τελευταία σαρκώθηκε από την Παρθένο ασπόρως, για τον Χριστό τον Θεό, ας βροντοφωνάξουμε: «Εσύ μας ανύψωσες στη δόξα, Άγιος είσαι Κύριε».
Ὁ τῆς ἐπιπνοίας, μετασχὼν τῆς ἀμείνω Ἀδὰμ χοϊκός, καὶ πρὸς φθορὰν κατολισθήσας, γυναικείᾳ ἀπάτῃ, Χριστὸν γυναικὸς βοᾷ ἐξορῶν· Ὁ δι᾿ ἐμὲ κατ᾿ ἐμὲ γεγονώς, ἅγιος εἶ Κύριε.Ο πλασμένος από χώμα Αδάμ, που μετείχε της ανώτερης θεϊκής πνοής και κατέπεσε στη φθορά, από γυναικεία προτροπή, βλέποντας τον Χριστό να γεννιέται από γυναίκα, φωνάζει: «Εσύ που για χάρη μου έγινες όμοιός μου, Άγιος είσαι Κύριε».
Σύμμορφος πηλίνης, εὐτελοῦς διαρτίας Χριστὲ γεγονώς, καὶ μετοχῇ σαρκὸς τῆς χείρω, μεταδοὺς θείας φύτλης, βροτὸς πεφυκὼς καὶ μείνας Θεός, καὶ ἀνυψώσας τὸ κέρας ἡμῶν, ἅγιος εἶ Κύριε.Χριστέ, Εσύ που έλαβες την πήλινη και ευτελή διάπλασή μας και με τη μετοχή σου στην κατώτερη φύση μας, την μπόλιασες με τη θεία δόξα, επειδή έγινες θνητός και παρέμεινες Θεός. Εσύ μας ανύψωσες στη δόξα, Άγιος είσαι Κύριε.
Βηθλεὲμ εὐφραίνου, Ἡγεμόνων Ἰούδα βασίλεια· τὸν Ἰσραὴλ γὰρ ὁ ποιμαίνων, Χερουβὶμ ὁ ἐπ᾿ ὤμων, ἐκ σοῦ προελθὼν Χριστὸς ἐμφανῶς, καὶ ἀνυψώσας τὸ κέρας ἡμῶν, πάντων ἐβασίλευσεν.Χαίρε Βηθλεέμ, βασίλισσα των Ιουδαίων ηγεμόνων, γιατί ο Ποιμένας του Ισραήλ, Αυτός που βρίσκεται στους ώμους των Χερουβείμ, από σένα γεννήθηκε ο Χριστός φανερά και ανυψώνοντάς μας στη δοξα, βασίλευσε τα πάντα.
Ωδὴ θ’Απόδοση στη Νεοελληνική
Μυστήριον ξένον, ὁρῶ καὶ παράδοξον! οὐρανὸν τὸ σπήλαιον· θρόνον Χερουβικόν, τὴν Παρθένον· τὴν φάτνην χωρίον· ἐν ᾧ ἀνεκλίθη ὁ ἀχώρητος, Χριστὸς ὁ Θεός· ὃν ἀνυμνοῦντες μεγαλύνομεν.Μυστήριο άγνωστο βλέπω και παράδοξο! Τη σπηλιά, ουρανό! Την Παρθένο, θρόνο αγγελικό! Τη φάτνη, χώρο που κοιμήθηκε ο Αχώρητος, ο Χριστός ο Θεός. Αυτόν ανυμνώντας, ας δοξάσουμε.
Ἐξαίσιον δρόμον, ὁρῶντες οἱ Μάγοι, ἀσυνήθους νέου ἀστέρος ἀρτιφαοῦς, οὐρανίου ὑπερλάμποντος, Χριστὸν Βασιλέα ἐτεκμήραντο, ἐν γῇ γεννηθέντα Βηθλεέμ, εἰς σωτηρίαν ἡμῶν.Βλέποντας οι Μάγοι εξαίσιο δρόμο, με το φέγγος ασυνήθιστου νέου ουράνιου αστέρα, που πρωτοφάνηκε, βεβαιώνονταν για τον Βασιλέα Χριστό, που γεννήθηκε στη γη της Βηθλεέμ για τη σωτηρία μας.
Νεηγενές, Μάγων λεγόντων, παιδίον Ἄναξ, οὗ ἀστὴρ ἐφάνη, ποῦ ἐστιν; εἰς γὰρ ἐκείνου προσκύνησιν ἥκομεν· μανεὶς ὁ Ἡρῴδης ἐταράττετο, Χριστὸν ἀνελεῖν, ὁ θεομάχος φρυαττόμενος.Ρωτούσαν οι Μάγοι: «Πού είναι το νεογέννητο παιδί Βασιλιάς, του οποίου το αστέρι φάνηκε; Ήρθαμε να το προσκυνήσουμε». Τρελαμένος ο θεομάχος Ηρώδης ταραζόταν, θέλοντας να σκοτώσει τον Χριστό.
Ἠκρίβωσε χρόνον, Ἡρῴδης ἀστέρος, οὗ ταῖς ἡγεσίαις οἱ Μάγοι ἐν Βηθλεέμ, προσκυνοῦσι Χριστῷ σὺν δώροις· ὑφ᾿ οὗ πρὸς Πατρίδα ὁδηγούμενοι, δεινὸν παιδοκτόνον, ἐγκατέλιπον παιζόμενον.Εξακρίβωσε ο Ηρώδης τον χρόνο που φάνηκε το αστέρι, με την καθοδήγηση του οποίου οι Μάγοι προσκύνησαν τον Χριστό με δώρα στη Βηθλεέμ. Απ’ το ίδιο αστέρι καθοδηγούνται τώρα πίσω στην πατρίδα τους, εγκαταλείποντας τον φρικτό παιδοκτόνο εξαπατημένο σαν παιδί.

Κανόνας Χριστουγέννων – Απόδοση στη Νεοελληνική: Απαρχή