Η προσευχή είναι απαραίτητη. Όσο το ανθρώπινο πρόσωπο μένει προσηλωμένο στον Κύριο, τόσο αυτός ως καλός ζωγράφος εντυπώνει και ζωγραφίζει την θεία του εικόνα στον άνθρωπο. Ο νους πρέπει να μένει νηφάλιος και προσηλωμένος στον Θεό, για να δέχεται ό,τι του χαρίζει ο Θεός. Με τον τρόπο αυτό, η δύναμη που το Άγιο Πνεύμα χαρίζει στον προσευχόμενο διευρύνεται και βαθαίνει. Τότε η νηπτική εργασία παίρνει μορφή περισσότερο συγκεκριμένη. Επιδιώκει την ενότητα των δυνάμεων (ή μελών) της ψυχής και την εστίαση τους στην καρδιά. Η θεία χάρη διδάσκει τον νου να συνάγεται στην καρδιά και να κυριαρχεί στους λογισμούς, ώστε αυτοί να τον αφήνουν απερίσπαστο και να προσεύχεται «αρεμβάστως». Ο προσευχόμενος τότε προσεύχεται κυριολεκτικά «δυνάμει Πνεύματος» και η ελευθερία του είναι γεγονός.
Αποτέλεσμα είναι ο έσω άνθρωπος να ειρηνεύει, αφού όλα τα μέλη του είναι ενωμένα με τον Θεό.
Η ψυχή χαίρει ως άκακο παιδί για όλο τον κόσμο, δεν κατακρίνει, έχει καθαρόν οφθαλμό να βλέπει τα πάντα κι έχει διάθεση να αγαπά όλους τους ανθρώπους, πιστούς και άπιστους. Αυτά σημαίνουν ανακαινισμό και αλλοίωση της καρδιάς με την ενυπόστατη ενέργεια του Πνεύματος. Με στέρεη πνευματική τροφή, που συνεχώς αυξάνει, ο νους του προσευχόμενου χαριτώνεται περισσότερο, εθίζεται σταθερά στην αδιάλειπτη μνήμη του Κυρίου, αποκτά θεωρία όχι μόνο των κτιστών όντων, αλλά και των θείων πραγμάτων. Η καρδία του πλυμμηρίζει από τη θεία ενέργεια, η ψυχή του ευφραίνεται απερίγραπτα και ο νους του φωτίζεται από φως γνώσεως.
Νοερά Προσευχή – Επιλογή αποσπασμάτων: Απαρχή
Στυλιανός Παπαδόπουλος, Ο Μοναχισμός: “Όρος δυσαναβατον”,
εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1999