Χρόνος και αιωνιότητα

Χρόνος και αιωνιότητα - Θεολογικός λόγος - Απαρχή

Στην αρχαιοελληνική μυθολογία υπάρχει μία φοβερή εικόνα, η εικόνα του Κρόνου – θεοποιημένου Χρόνου – που καταβροχθίζει τα παιδιά του. Η φοβερή αυτή εικόνα φανερώνει ότι για τον προχριστιανικό άνθρωπο ο χρόνος αποτελούσε μία απειλή, έναν ανελέητο αντίπαλο. Ο χρόνος ήταν συνεργάτης της φθοράς και σύμμαχος του θανάτου, ένα σκοτεινό μονοπάτι που οδηγούσε στο μηδέν κάθε ανθρώπινη προσπάθεια ή επιτυχία. Εντελώς διαφορετικό βίωμα για τον χρόνο έχει ο Χριστιανός άνθρωπος. Με τη σάρκωση του Λόγου και την έλευση του Χριστού στον κόσμο και ο χρόνος υφίσταται την καλή αλλοίωση. Δεν είναι πια απειλητικός και εχθρικός, αλλά κάθε στιγμή γίνεται καιρός, δηλαδή ευκαιρία για σωτηρία. Αυτή η συμφιλίωση με τον χρόνο φαίνεται από το γεγονός ότι μέσα στην Εκκλησία κάθε ημέρα είναι γιορτή.

Στην αρχαία ελληνική σκέψη, κυριαρχεί, σχετικά με τον χρόνο, η ιδέα της ανακύκλησης, της κυκλικής επανάληψης.

Σύμφωνα με αυτήν την ιδέα, η διαρκής επιστροφή των ανθρωπίνων πραγμάτων αποτελεί τον βασικό νόμο του χρόνου. Αντίθετα, η βιβλική – χριστιανική αντίληψη συνίσταται στην ιδέα της ευθύγραμμης κίνησης του χρόνου προς ένα τέλος, έναν έσχατο σκοπό. Σ’ αυτό το έσχατο τέλος ο χρόνος φθάνει την πληρότητά του. Ο χρόνος βρίσκεται χωρίς αμφιβολία στο επίπεδο του κτιστού, είναι δημιούργημα του ακτίστου Θεού και αποτελεί το πλαίσιο της ιστορίας του κόσμου και του ανθρώπου. Έτσι, ο άνθρωπος ζει μέσα στο πλαίσιο της χρονικότητας, ενώ ο Θεός ζει στην αιωνιότητα.

Η αιωνιότητα δεν είναι απλά ένας ατελεύτητος χρόνος, μία ατέλειωτη επιμήκυνση της χρονικότητας, αλλά μία εντελώς διαφορετική ποιότητα. Η αιωνιότητα αναφέρεται στο επίπεδο του ακτίστου, παραπέμπει στον τρόπο της θείας ζωής και δεν είναι δυνατόν να αποτιμηθεί με ανθρώπινα μέτρα. «Αἱ ἡμέραι μου ὡσεὶ σκιὰ ἐκλήθησαν… Σύ δε, Κύριε, εἰς τὸν αἰῶνα μένεις» παρατηρεί εκφραστικά ο ιερός ψαλμωδός. Μολονότι ο Θεός παραμένει απόλυτα υπερβατικός σε σχέση με τον χρόνο, εντούτοις φανερώνεται μέσα στον χρόνο με τις ενέργειες και επεμβάσεις Του στην ανθρώπινη ιστορία. Η ιστορία είναι το έγχρονο πεδίο, στο οποίο ο Θεός αποκαλύπτεται στον άνθρωπο. Οι πράξεις του Θεού καταγράφοναται στην ανθρώπινη ιστορία. Έτσι, ο ιστορικός χρόνος αποκτά ιερότητα, αφού το μυστήριο της Θείας Οικονομίας εκτυλίσσεται μέσα σε αυτόν. Το κορυφαίο σωτηριολογικό γεγονός, η σάρκωση του Θεού, έχει ιστορική διάσταση και καθορίζεται σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή «ἐν ἡμέραις Ἠρώδου τοῦ βασιλέως. Ο Θεός Λόγος γίνεται και τέλειος άνθρωπος, συγκεκριμένο ιστορικό πρόσωπο, ο Ιησούς από Ναζαρέτ που σταυρώνεται «ἐπὶ Ποντίου Πιλάτου».

Αλλά ο Θεάνθρωπος Ιησούς είναι κάτι περισσότερο από ένα κορυφαίο πρόσωπο της ιστορίας.

Είναι η εισβολή του αιωνίου μέσα στον χρόνο, είναι ο καιρός της σωτηρίας, μαζί του έφθασε επιτέλους «το πλήρωμα του χρόνου». Η έλευση του Χριστού στον κόσμο αποτελεί το μυστικό κέντρο του χρόνου και το κρυμμένο νόημα της ιστορίας. Με τον Ιησού Χριστό εγκαινιάζονται οι έσχατοι καιροί και αρχίζει η εσχατολογική μετα-ιστορία.

Η εμφάνιση του Χριστού αποτελεί συγχρόνως ιστορικό γεγονός και μετα-ιστορικό και υπεριστορικό συμβάν. Στο πρόσωπο του Θεανθρώπου Ιησού, η συνάντηση χρόνου και αιωνιότητας γίνεται κάτι το συγκεκριμένο για τις συνθήκες της ανθρώπινης ζωής. Η συνάντηση χρόνου και αιωνιότητας γίνεται υπαρξιακή στιγμή. Η υπαρξιακή στιγμή δεν είναι αντικειμενοποιημένος χρόνος, δηλαδή συμβαίνει κάθετα και όχι οριζόντια και αφορά τον άνθρωπο πρώτιστα σαν ύπαρξη. Η έλευση του Χριστού συνέβη στον υπαρξιακό χρόνο, αλλά εισέβαλε κατά παράδοξο τρόπο στον χρόνο της ιστορικής διάρκειας. Αυτή η εισβολή φώτισε το πεπρωμένο του ανθρώπου και κατέδειξε την πορεία προς την εσχατολογική έξοδο που οδηγεί πέραν του χρόνου και πέραν της ιστορίας, στην αιωνιότητα.

Το πέρασμα για τον καθένα από τον συμβατικό χρόνο στην αιώνια ώρα γίνεται πραγματικότητα με τον λειτουργικό χρόνο της Εκκλησίας.

Ο λειτουργικός χρόνος είναι υπαρξιακός χρόνος που η Εκκλησία επισφραγίζει με το κύρος της. Είναι ο «δεκτός καιρός εν ημέρα σωτηρίας», είναι η στιγμή που ο Θεός καλεί κάθε ανθρώπινο πρόσωπο στη λύτρωση. Ο λειτουργικός κύκλος, το εκκλησιαστικό ημερολόγιο, δείχνει ξεκάθαρα τον καθαγιασμό του χρόνου.

Κάθε Κυριακή, ημέρα του Κυρίου, είναι Πάσχα, εορτών εορτή. Μέσα στη Θεία λειτουργία κατά «ανάμνηση», λίγο πριν τον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων, ο ιερέας αναφέρεται στα γεγονότα της Θείας Οικονομίας, παρελθόντα και προσδοκώμενα, σαν να είναι τετελεσμένα παρόντα. Η Εκκλησία πορεύεται στον παρόντα αιώνα, αλλά ζει ήδη από τώρα στον μέλλοντα, γιατί έχει ως κέντρο της Εκείνον που είναι ο Κύριος του Χρόνου, «ὁ ὤν καὶ ὁ ἦν καὶ ὁ ἐρχόμενος».

Αρχιμ. Δοσίθεος Καστόρης, Ορθοδοξία ή βαρβαρότητα,
εκδ. Παρουσία, Αθήνα 1997